Μια φορά κι έναν καιρό λίγο έξω απο ένα γραφικό χωριό- ζούσε μια νεαρή κοπέλα με χρυσαφένια μαλλιά. Η ομορφιά της ήτανε περίσσια και ο θαυμασμός που προκαλούσε σε όποιον την έβλεπε, μεγάλος.. Κανένας απο το χωριό δεν ήξερε απο που είχε έρθει αυτή η κοπέλα μα όλοι χαίρονταν να την βλέπουν,να της μιλούν και να χαζεύουν τα ωραία χρυσαφένια της μαλλιά.Εκτός απο μερικές γυναίκες που την ζήλευαν (ξέρεις αυτές οι κακάσχημες κυράτσες του χωριού). Αυτές που δεν την έφταναν ούτε στο μικρό της δακτυλάκι.Κάποιο μαγικό μυστικό κουβαλούσε όμως αυτή η κοπέλα. Οι πολλοί έλεγαν πως το ένιωθαν αυτό στην αύρα της, όταν την πλησίαζαν. Κάποια μέρα ένας νεαρός πέρασε απο το σπίτι της να πάει παρακάτω στην λίμνη,να καθίσει και να χαζέψει τα ήρεμα νερά της.
Η κοπέλα τον άκουσε,καθώς ο νεαρός άφησε τρεις μεγάλους αναστεναγμούς ,τους οποίους ο άνεμος πήγε στα αυτιά της. Έφτασε το παλικάρι στην λίμνη,έκατσε σε μια πέτρα κι άρχισε να χαζεύει τα ονειρεμένα της νερά.Πριν το καταλάβει έκλαιγε κιόλας με λυγμούς. Ένα χέρι τον ακούμπησε στον ώμο και όταν γύρισε δεν πίστευε στα μάτια του. Τον κοίταζε με τα πανέμορφα μάτια της γεμάτα κατανόηση και γαλήνη, καθώς η ομορφιά της τον έκανε να χάνει τα λόγια του. "Τι σου συμβαίνει;" τον ρώτησε. Εκείνος -νιώθοντας και λίγο ντροπή (ξέρεις τώρα,οι άντρες δεν κλαίνε και τέτοια) απάντησε "ο πατέρας μου δεν με θέλει να δουλεύω μαζί του γιατί λέει πως είμαι άχρηστος και δεν του κάμω για βοηθός". "Αυτό σε πονά πολύ;" τον ρώτησε πάλι με πολύ γλυκιά φωνή..."Αυτό με κάνει να θέλω συνέχεια να κλαίω"της είπε.."Εγώ μπορώ να σε βοηθήσω αλλά πρέπει να μου υποσχεθείς πως θα μείνει μυστικό που θα πάρεις στον τάφο σου.Θα σε κάνω να μην υποφέρεις.Με ένα μόνο τίμημα. Αρκεί να μου δώσεις τα δάκρυα που κλαις τώρα". "Αυτό μόνο;Να στα δώσω.Δε με νοιάζει το τίμημα,φτάνει να μην πονώ στα μέσα μου".Ο νεαρός χωρικός σκούπισε με τις παλάμες του τα δάκρυα απο το πρόσωπό του και στην συνέχεια χάιδεψε τα μαλλιά της,όπως εκείνη του πρόσταξε..Αυτά αμέσως έλαμψαν και ο ίδιος με έναν μαγικό τρόπο ένιωσε ανακουφισμένος και χωρίς τίποτα να του βαραίνει την καρδιά. "Και ποιο είναι το τίμημα;" ρώτησε την κοπέλα με τουπέ αφού δεν ένιωθε πια σαν ανυπεράσπιστο κουταβάκι και είχε ήδη πάρει τα πάνω του.."Πήρα τα δάκρυα σου του είπε.Όλα.Και τα τωρινά και τα μελλούμενα"."Χαλάλι σου" της είπε και ξεκίνησε για το χωριό χαρούμενος πια και χωρίς καημό.Λίγες μέρες αργότερα άλλον αναστεναγμό έφερε ο άνεμος στα αυτιά της κοπέλας. Βγήκε απο το σπίτι της και προχώρησε μερικά βήματα.Είδε μία νεαρή γυναίκα να κάθεται κάτω απο ένα δέντρο και να σπαράζει στο κλάμα...Την πλησίασε και με την ήρεμη φωνή της ρώτησε την γυναίκα τι συμβαίνει."Ο΄αγαπημένος μου πατέρας αρρώστησε βαριά.Ο γιατρός είπε πως θα τον χάσουμε. Και εγώ είμαι έγκυος στο πρώτο του εγγόνι. Ήρθα εδώ για να μη με δουν να κλαίω αλλά δεν ξέρω πώς θα το αντέξω όλο αυτό."
"Εγώ θα σε βοηθήσω" και είπε και στην γυναίκα όσα είχε πει και στον νεαρό χωρικό. Η γυναίκα τα άκουγε όλα αυτά και δεν πίστευε οτι της συνέβαινε κάτι τέτοιο. "Και ποιο είναι το τίμημα;"ρώτησε.
."Θα πάρω τα δάκρυα σου της είπε.Όλα.Και τα τωρινά και τα μελλούμενα".Η γυναίκα τότε ρώτησε "και της χαράς τα δάκρυα;" "Όλα" είπε η κοπέλα. Η γυναίκα σηκώθηκε κι έκανε να φύγει." Αν φύγεις τώρα δεν θα έχεις ξανά την ευκαιρία να σε βοηθήσω.Και θα ζεις τον κάθε σου καημό.Θα περάσεις την οδύνη του χαμού και θα βιώνεις για πολύ καιρό τον πόνο και την θλίψη της απώλειας".της είπε η κοπέλα. Η γυναίκα γύρισε προς το μέρος της και της είπε.."αν σου δώσω τώρα τα δάκρυα μου τι θα μου μείνει? Αν πάρεις την θλίψη μου πώς θα θυμάμαι τον πατέρα μου και πώς θα φυλάξω όλα όσα με δίδαξε.Αν πάρεις όλα τα μελλούμενα δάκρυα μου, τι χαρά θα νιώσω όταν γεννήσω το παιδί μου; "
Έφυγε απο κει για να γυρίσει στο σπίτι των γονιών της κι ας έκλαιγε....Δεν την ένοιαζε πια το πώς θα το αντέξει. Ήξερε πως θα το κάνει...
Υ.Γ.Οτι αισθάνομαι είναι δικό ΜΟΥ. Γκέγκε κοριτσάκι με την μαλλούρα?Δε θα έδινα έτσι εύκολα τις λύπες μου,ούτε τις χαρές μου.Με έκαναν αυτό που είμαι...Ευτυχώς είσαι σε παραμύθι.
Καλημέρα σας!
Η κοπέλα τον άκουσε,καθώς ο νεαρός άφησε τρεις μεγάλους αναστεναγμούς ,τους οποίους ο άνεμος πήγε στα αυτιά της. Έφτασε το παλικάρι στην λίμνη,έκατσε σε μια πέτρα κι άρχισε να χαζεύει τα ονειρεμένα της νερά.Πριν το καταλάβει έκλαιγε κιόλας με λυγμούς. Ένα χέρι τον ακούμπησε στον ώμο και όταν γύρισε δεν πίστευε στα μάτια του. Τον κοίταζε με τα πανέμορφα μάτια της γεμάτα κατανόηση και γαλήνη, καθώς η ομορφιά της τον έκανε να χάνει τα λόγια του. "Τι σου συμβαίνει;" τον ρώτησε. Εκείνος -νιώθοντας και λίγο ντροπή (ξέρεις τώρα,οι άντρες δεν κλαίνε και τέτοια) απάντησε "ο πατέρας μου δεν με θέλει να δουλεύω μαζί του γιατί λέει πως είμαι άχρηστος και δεν του κάμω για βοηθός". "Αυτό σε πονά πολύ;" τον ρώτησε πάλι με πολύ γλυκιά φωνή..."Αυτό με κάνει να θέλω συνέχεια να κλαίω"της είπε.."Εγώ μπορώ να σε βοηθήσω αλλά πρέπει να μου υποσχεθείς πως θα μείνει μυστικό που θα πάρεις στον τάφο σου.Θα σε κάνω να μην υποφέρεις.Με ένα μόνο τίμημα. Αρκεί να μου δώσεις τα δάκρυα που κλαις τώρα". "Αυτό μόνο;Να στα δώσω.Δε με νοιάζει το τίμημα,φτάνει να μην πονώ στα μέσα μου".Ο νεαρός χωρικός σκούπισε με τις παλάμες του τα δάκρυα απο το πρόσωπό του και στην συνέχεια χάιδεψε τα μαλλιά της,όπως εκείνη του πρόσταξε..Αυτά αμέσως έλαμψαν και ο ίδιος με έναν μαγικό τρόπο ένιωσε ανακουφισμένος και χωρίς τίποτα να του βαραίνει την καρδιά. "Και ποιο είναι το τίμημα;" ρώτησε την κοπέλα με τουπέ αφού δεν ένιωθε πια σαν ανυπεράσπιστο κουταβάκι και είχε ήδη πάρει τα πάνω του.."Πήρα τα δάκρυα σου του είπε.Όλα.Και τα τωρινά και τα μελλούμενα"."Χαλάλι σου" της είπε και ξεκίνησε για το χωριό χαρούμενος πια και χωρίς καημό.Λίγες μέρες αργότερα άλλον αναστεναγμό έφερε ο άνεμος στα αυτιά της κοπέλας. Βγήκε απο το σπίτι της και προχώρησε μερικά βήματα.Είδε μία νεαρή γυναίκα να κάθεται κάτω απο ένα δέντρο και να σπαράζει στο κλάμα...Την πλησίασε και με την ήρεμη φωνή της ρώτησε την γυναίκα τι συμβαίνει."Ο΄αγαπημένος μου πατέρας αρρώστησε βαριά.Ο γιατρός είπε πως θα τον χάσουμε. Και εγώ είμαι έγκυος στο πρώτο του εγγόνι. Ήρθα εδώ για να μη με δουν να κλαίω αλλά δεν ξέρω πώς θα το αντέξω όλο αυτό."
"Εγώ θα σε βοηθήσω" και είπε και στην γυναίκα όσα είχε πει και στον νεαρό χωρικό. Η γυναίκα τα άκουγε όλα αυτά και δεν πίστευε οτι της συνέβαινε κάτι τέτοιο. "Και ποιο είναι το τίμημα;"ρώτησε.
."Θα πάρω τα δάκρυα σου της είπε.Όλα.Και τα τωρινά και τα μελλούμενα".Η γυναίκα τότε ρώτησε "και της χαράς τα δάκρυα;" "Όλα" είπε η κοπέλα. Η γυναίκα σηκώθηκε κι έκανε να φύγει." Αν φύγεις τώρα δεν θα έχεις ξανά την ευκαιρία να σε βοηθήσω.Και θα ζεις τον κάθε σου καημό.Θα περάσεις την οδύνη του χαμού και θα βιώνεις για πολύ καιρό τον πόνο και την θλίψη της απώλειας".της είπε η κοπέλα. Η γυναίκα γύρισε προς το μέρος της και της είπε.."αν σου δώσω τώρα τα δάκρυα μου τι θα μου μείνει? Αν πάρεις την θλίψη μου πώς θα θυμάμαι τον πατέρα μου και πώς θα φυλάξω όλα όσα με δίδαξε.Αν πάρεις όλα τα μελλούμενα δάκρυα μου, τι χαρά θα νιώσω όταν γεννήσω το παιδί μου; "
Έφυγε απο κει για να γυρίσει στο σπίτι των γονιών της κι ας έκλαιγε....Δεν την ένοιαζε πια το πώς θα το αντέξει. Ήξερε πως θα το κάνει...
Υ.Γ.Οτι αισθάνομαι είναι δικό ΜΟΥ. Γκέγκε κοριτσάκι με την μαλλούρα?Δε θα έδινα έτσι εύκολα τις λύπες μου,ούτε τις χαρές μου.Με έκαναν αυτό που είμαι...Ευτυχώς είσαι σε παραμύθι.
Καλημέρα σας!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου